Δυο
χρόνια μετά τη διεξαγωγή του κίβδηλου
δημοψηφίσματος της 5ης Ιουλίου 2015
υπάρχουν πλέον αρκετά στοιχεία για
εξαγωγή ασφαλών συμπερασμάτων γύρω από
το κόστος που επέφερε στη χώρα.
Το
δημοψήφισμα του 2015 αποτέλεσε πιθανότατα
την πολιτική απόφαση
με το μεγαλύτερο οικονομικό κόστος
παγκοσμίως μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
Οι διάφοροι υπολογισμοί διαφέρουν στα
συμπεράσματα για το τελικό κόστος, αλλά
οι περισσότεροι συμφωνούν ότι αυτό θα
ξεπεράσει τα 60 δισεκατομμύρια ευρώ και
θα φτάσει έως και τα 100 δισεκατομμύρια.
Η συνολική απώλεια της αξίας των Τραπεζών
(πάνω από 20 δις), η απώλεια των επιστροφών
των κερδών από τα ελληνικά ομόλογα (πάνω
από 10 δις), η υποχρεωτική εκποίηση του
μεγαλύτερου μέρους της δημόσιας
περιουσίας μέσω του Υπερταμείου, η
απώλεια σημαντικού ποσού του Ακαθάριστου
Εθνικού Προϊόντος και η επακόλουθα
ιδιαίτερα δυσμενής επιβάρυνση του
δημοσίου και του ιδιωτικού χρέους, όπως
και η ζημία των ιδιωτών και γενικότερα
της Οικονομίας από τα capital
controls αποτελούν ένα
δυσβάσταχτο βάρος για τη χώρα, η οποία
στις αρχές βρισκόταν στη διαδικασία
εξόδου από την πολυετή κρίση. Πρόκειται
για ασύλληπτα ποσά μιας γιγαντιαίας
εθνικής ζημίας, η οποία προκλήθηκε
αποκλειστικά για μικροκομματικούς και
μικροπολιτικούς λόγους.
Είναι
πλέον κοινός τόπος ότι επρόκειτο για
ένα κίβδηλο δημοψήφισμα με άκυρο ερώτημα,
καθώς οι προτάσεις των δανειστών που
αναγράφονταν στο ψηφοδέλτιο δεν είχαν
ισχύ πέραν της 30ής Ιουνίου, ημερομηνίας
λήξεως της δανειακής σύμβασης μεταξύ
του ελληνικού Δημοσίου και του EFSF.
Οι Έλληνες πολίτες
εκλήθησαν να ψηφίσουν επί ενός ερωτήματος
που δεν είχε καμία ουσιαστική ισχύ.
Πέραν
όμως της βαριάς οικονομικής ζημίας που
επέφερε το δημοψήφισμα στη χώρα, τεράστιο
και ανυπολόγιστη είναι και η ζημία που
επήλθε στη Δημοκρατία και τους θεσμούς
της.
Το
δημοψήφισμα, ο σοβαρότερος θεσμός άμεσης
Δημοκρατίας, χρησιμοποιήθηκε από τον
Αλέξη Τσίπρα ως εργαλείο επιβολής της
κυριαρχίας του στο κόμμα του Σύριζα και
ως πρόφαση για τη δραπέτευση από το
αδιέξοδο στο οποίο έφερε τη χώρα με την
αδιέξοδη και άφρονα διαπραγμάτευση με
τους δανειστές στο 1ο εξάμηνο του 2015.
Ενώ
τυπικά μπορεί να ισχυριστεί κανείς ότι
ο Τσίπρας τήρησε τις δυο δεσμεύσεις που
έδωσε πριν από το δημοψήφισμα
(διαπραγμάτευση σε νέα βάση και παραμονή
στην Ευρωζώνη), εν τούτοις το τελικό
αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος που είναι
η συμφωνία της 12/13 Ιουλίου αποτελεί μια
βάναυση εξαπάτηση των πολιτών που
πίστεψαν τον πρωθυπουργό της χώρας,
όταν στο διάγγελμα της προκήρυξης του
δημοψηφίσματος είπε μεταξύ άλλων τα
εξής: “Η πρόταση των θεσμών περιλαμβάνει:
μέτρα που οδηγούν στην περαιτέρω
απορρύθμιση της αγοράς εργασίας,
περικοπές συντάξεων, νέες μειώσεις
στους μισθούς του δημοσίου τομέα καθώς
και αύξηση του ΦΠΑ στα τρόφιμα, την
εστίαση και τον τουρισμό, με ταυτόχρονη
κατάργηση των ελαφρύνσεων στη νησιωτική
Ελλάδα.”
Το
πρόσφατο κλείσιμο της δεύτερης αξιολόγησης
και τα δημοσιονομικά μέτρα που συμφωνήθηκαν
αποδεικνύουν την τραγική αποτυχία της
πολιτικής πτυχής του δημοψηφίσματος.
Οι πολίτες
του 61% που ψήφισαν ΟΧΙ θεωρούν εαυτούς
πλήρως εξαπατημένους. Οι μεν οπαδοί της
δραχμής που ήλπισαν ότι η νίκη του ΟΧΙ
θα οδηγήσει σε ρήξη και έξοδο της χώρας
από την Ευρωζώνη βασιζόμενοι στην
προφορική άρνηση του Τσίπρα να αποδεχθεί
συμφωνία με μέτρα λιτότητας, οι δε
αφελείς ψηφοφόροι που πίστεψαν ότι μια
πλήρης ανατροπή της διαπραγματευτικής
διαδικασίας θα εκφοβίσει τους Ευρωπαίους
και θα τους αναγκάσει να αποδεχθούν
τους όρους του Τσίπρα.
Για ένα
μεγάλο μέρος λοιπόν των πολιτών, η
συμμετοχή στους θεσμούς της Δημοκρατίας
όπως είναι ένα δημοψήφισμα, έχει εκληφθεί
ως μια προσχεδιασμένη απάτη εκ μέρους
των “κυβερνώντων” που έχει σκοπό την
υφαρπαγή της ψήφου των πολιτών προκειμένου
να εφαρμοστούν προειλημμένες αποφάσεις.
Πρόκειται
για μια πολύ αρνητική εξέλιξη που δίνει
τροφή στους πάσης φύσεως λαϊκιστές και
αντιδημοκράτες δημαγωγούς να ισχυρίζονται
ότι η Δημοκρατία είναι μια απάτη και
ότι “όλα αποφασίζονται από κάποια
κέντρα ισχυρών ερήμην του λαού”.
Η διεξαγωγή
όμως αυτού του δημοψηφίσματος άνοιξε
και τον πολύ ολισθηρό δρόμο της στρεβλής
μεταχείρισης των θεσμών της Δημοκρατίας.
Φάνηκε το επικίνδυνο θεσμικό κενό της
έλλειψης Συνταγματικού Δικαστηρίου,
το οποίο θα έκρινε με επαρκή αρμοδιότητα
την νομιμότητα ή μη του ερωτήματος στο
οποίο κλήθηκε να απαντήσει ο λαός.
Ενδεχομένως να μπορούσε ο Πρόεδρος της
Δημοκρατίας να αρνηθεί να υπογράψει το
σχετικό προεδρικό διάταγμα, αλλά θα
ήταν μια κίνηση στα όρια των συνταγματικών
του αρμοδιοτήτων.
Η χειρότερη
όμως πλευρά του δημοψηφίσματος ήταν η
διχαστική. Ο Πρωθυπουργός της χώρας
Αλέξης Τσίπρας παρουσίασε την επιλογή
του ΟΧΙ ως την πατριωτική και εθνικά
επιβεβλημένη επιλογή, υπονοώντας ότι
οι οπαδοί του ΝΑΙ είναι λιγότερο πατριώτες
ή έχουν μειωμένη εθνική συνείδηση.
Πρόκειται για ένα εθνικό διχασμό το
μέγεθος του οποίου δεν είχε ξαναζήσει
η χώρα μετά τον εμφύλιο.
Ποτέ ξανά
Τα καταλυτικά
συμπεράσματα για τη βαρύτατη οικονομική
και πολιτική ζημία που επέφερε στη χώρα
η διεξαγωγή του κίβδηλου δημοψηφίσματος
καταλήγουν στο ότι το ιστορικό μάθημα
της 5ης Ιουλίου 2015 είναι πως δεν πρέπει
ποτέ ξανά να επιτραπεί η διεξαγωγή
δημοψηφίσματος με ψευδές ερώτημα υπό
συνθήκες συναισθηματικής φόρτισης του
λαού και προσπάθειας διχασμού των
πολιτών σε “πατριώτες” και “πουλημένους”.
Πρόκειται για
ασέλγεια και βιασμό της Δημοκρατίας
και όλοι οι δημοκράτες πολίτες πρέπει
να φροντίσουμε ώστε να μην ξανασυμβεί
ποτέ ξανά.
No comments:
Post a Comment