Σε αυτήν την αφήγηση έχει προσχωρήσει το σύνολο σχεδόν των κορυφαίων Υπουργών της Κυβέρνησης και μονοπωλεί σχεδόν και τη θεματολογία του κυβερνητικού και φιλοκυβερνητικού Τύπου, προφανώς κατόπιν μιας κεντρικά αποφασισμένης στρατηγικής.
Πρόκειται για μια εθνικά και πολιτικά εγκληματική στάση που μόνο στόχο έχει να πείσει τους ψηφοφόρους ότι "οι κακοί Ευρωπαίοι δεν μας δίνουν την ελάφρυνση του χρέους που έχει απόλυτη ανάγκη η χώρα", και στη συνέχεια να πουληθεί στο λαό πάλι κάποιο δήθεν διχαστικό δίλημμα στη κοινωνία μέσω δημοψηφίσματος ή/και εκλογών.
Στην πραγματικότητα πρόκειται για μια προσπάθεια της Κυβέρνησης να βρει παράθυρο διαφυγής από τη σκληρή πραγματικότητα που διαμορφώνουν τα σκληρά δημοσιονομικά μέτρα, οι πλειστηριασμοί των κατοικιών και η επακόλουθη οργή της κοινής γνώμης και οι πολύ αρνητικές δημοσκοπήσεις.
Σε κίνδυνο η ευρωπαϊκή πορεία της χώρας
Η Κυβέρνηση βάζει έτσι τη χώρα συνειδητά σε κίνδυνο μέχρι και εξόδου από την Ευρωζώνη, προκειμένου να αποδράσει από τις ευθύνες της.
Η στρατηγική αυτή είναι εθνικά εγκληματική, διότι με τα καθημερινό βομβαρδισμό της κοινής γνώμης με τη συγκεκριμένη ψευδοαφήγηση, οι πολίτες σταδιακά πείθονται ότι όντως οι Ευρωπαίοι "μας την φέρνουν πάλι και δεν μας δίνουν αυτό που δικαιούμαστε" και η κοινωνία σταδιακά στρέφεται ακόμη πιο έντονα στον αντιευρωπαϊσμό, σε τέτοιο βαθμό που πλέον θα είναι πολύ δύσκολο να αναστραφεί.
Επί της ουσίας πρόκειται για ένα εγκληματικό ψεύδος και μια απροκάλυπτα υποκριτική στάση εκ μέρους του Αλέξης Τσίπρα και της Κυβέρνησης, διότι:
α) Οι ίδιοι αποδέχθηκαν και υπέγραψαν την απόφαση του Eurogroup στις 25 Μαΐου, σύμφωνα με την οποία η μεσομακροπρόθεσμη ρύθμιση του χρέους θα γίνει στο τέλος του Μνημονίου το 2018.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ο ίδιος ο Αλέξης Τσίπρας είχε χαιρετίσει στις 25 Μαΐου τη συμφωνία του Eurogroup ως “πολύ σημαντική”, συμπληρώνοντας ότι «περιμέναμε 4 χρόνια να υπάρξει μια απόφαση που βάζει έναν συγκεκριμένο οδικό χάρτη και δεσμεύσεις για το χρέος», για να τονίσει «αποδεικνύει ότι η έννοια της αλληλεγγύης από την πλευρά των εταίρων είναι μια πραγματοποιήσιμη έννοια και όχι μια ευχή». «Το σημαντικότερο», σημείωσε, «είναι ότι αποκαθίσταται πλήρως η σταθερότητα, φεύγει η αβεβαιότητα, τελειώνει όλη αυτή η συζήτηση για το εάν η Ελλάδα μπορεί να καταφέρει να παραμείνει στον ισχυρό πυρήνα της Ευρώπης» (!!!).
Και μόλις μετά από λίγους μήνες ανακάλυψε αίφνης ο Αλέξης Τσίπρας ότι δεν είναι καλή αυτή η συμφωνία που “βάζει έναν συγκεκριμένο οδικό χάρτη και δεσμεύσεις για το χρέος” (όπως θριαμβευτικά έλεγε λίγους μήνες πριν), και “απαιτεί” νέα συμφωνία με άμεσα μέτρα για το χρέος, απειλώντας με αδιέξοδο την πορεία της χώρας στην Ευρωζώνη.
β) Καμία επίπτωση δεν θα έχει αυτή τη στιγμή η ρύθμιση του χρέους, εάν δεν έχει εφαρμοστεί το Μνημόνιο και δεν υπάρχει μεσομακροπρόθεσμος ορίζοντας διευθέτησης του ασφαλιστικού, των εργασιακών σχέσεων και του επενδυτικού περιβάλλοντος στη χώρα. Κανείς ξένος επενδυτής δεν θα έρθει τώρα, μόνο και μόνο επειδή ρυθμίστηκε το χρέος, αν δεν λυθούν σε εθνικό επίπεδο τα προαναφερθέντα προβλήματα.
Καμία επίσης επίπτωση δεν θα έχει στη δημοσιονομική πορεία της χώρας για τα επόμενα δυο χρόνια. Η ίδια ακριβώς λιτότητα θα υπάρξει και το 2017 και το 2018, είτε γίνει άμεση ρύθμιση του χρέους είτε όχι. Οι δημοσιονομικοί στόχοι της χώρας μέχρι και το 2018 δεν πρόκειται να αλλάξουν σε καμία περίπτωση.
Το βάρος πέφτει στην φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση
Η φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση οφείλει συντεταγμένα και με επιχειρήματα να αντικρούσει αυτήν την εθνικά επικίνδυνη στρατηγική της Κυβέρνησης και να εξηγήσει στο λαό με απλά λόγια το πως έχει η κατάσταση στο συγκεκριμένο ζήτημα.
Η χώρα σαφώς και χρειάζεται μια μακροπρόθεσμη λύση για το χρέος, αλλά είναι προφανές δεν έχουμε κανένα ουσιαστικό επιχείρημα για να απαιτήσουμε κάτι τέτοιο, αν προηγουμένως δεν έχουμε εφαρμόσει το σύνολο των μεταρρυθμίσεων που αποδεχθήκαμε τον Αύγουστο του 2015. Το συγκεκριμένο ζήτημα είναι ανεξάρτητο οποιωνδήποτε εκλογικών διαδικασιών σε άλλες χώρες της Ευρωζώνης.
Η φιλοευρωπαϊκή αντιπολίτευση οφείλει να αντιδράσει άμεσα σε αυτήν την επικίνδυνη πορεία, διότι δεν πρόκειται για ένα ζήτημα απλής κυβερνητικής ρητορικής. Πρόκειται για ένα ζήτημα που είναι πολύ πιθανό να καθορίσει την παραμονή της χώρας στην Ευρωζώνη.