Μεγάλη ήταν η ένταση που υπήρξε στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο της Πέμπτης και Παρασκευής και η αιτία δεν ήταν, όπως θα ανέμενε κάποιος, το ζήτημα του Brexit ή ο επόμενος προϋπολογισμός της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά το αίτημα για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων με τη Βόρεια Μακεδονία και την Αλβανία.
Το θέμα μπήκε εμβόλιμα στην ημερήσια διάταξη του Συμβουλίου, καθώς την περασμένη Δευτέρα το Συμβούλιο Γενικών Υποθέσεων δεν είχε μπορέσει να καταλήξει σε απόφαση για το θέμα των Σκοπίων και της Αλβανίας, παρά το ότι αυτό το ζήτημα εκκρεμεί από τον περασμένο Ιούνιο. Αιτία της έντασης η άρνησης της Γαλλίας, αλλά και της Ολλανδίας και της Δανίας, να δοθεί το πράσινο φως για τις ενταξιακές διαπραγματεύσεις των δυο γειτονικών μας χωρών. Και ενώ οι αντιρρήσεις της Ολλανδίας και της Δανίας εστιάζονται αποκλειστικά στην Αλβανία με αφορμή ή πρόφαση την κατάσταση του κράτους δικαίου στις δυο αυτές χώρες, το βασικό μπλοκάρισμα προήλθε από τη Γαλλία και τον Πρόεδρο Εμανουέλ Μακρόν.
Πολλοί έσπευσαν να κατηγορήσουν τον Γάλλο Πρόεδρο για κομματικές σκοπιμότητες, ότι φοβάται την Λε Πεν και πως προτάσσει τα εθνικά συμφέροντα της Γαλλίας έναντι των ευρωπαϊκών συμφερόντων. Εάν όμως κάποιος έχει παρακολουθήσει τις τοποθετήσεις του Γάλλου Προέδρου τα τελευταία δυο χρόνια, εκείνος ήταν συνεχώς σκεπτικός ως προς κάθε νέα διεύρυνση της Ένωσης, δίχως πρώτα να έχουν δρομολογηθεί κάποιες πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις στο θεσμικό πλαίσιο της ΕΕ. “Τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια έχουν δείξει ότι η σκέψη για διαρκείς διευρύνσεις έχει κάνει την Ευρώπη πιο αδύναμη”, είχε δηλώσει ο Γάλλος Πρόεδρος τον Μάιο του 2018 στην ειδική Σύνοδο στη Σόφια για τη διεύρυνση της ΕΕ στα Δυτικά Βαλκάνια, υπονοώντας προφανώς την άνοδο ακροδεξιών κομμάτων και την νίκη του Brexit στο δημοψήφισμα της Βρετανίας το 2016.
Πίσω όμως από αυτό το τεκμηριωμένο ή όχι επιχείρημα του Μακρόν, βρίσκεται η μεγάλη του αγωνία -έως και αγανάκτηση- για το αδιέξοδο στο οποίο έχουν περιέλθει οι προτάσεις του για τη θεσμική μεταρρύθμιση της Ένωσης και της Ευρωζώνης. Τον Σεπτέμβριο του 2017 ο Γάλλος Πρόεδρος εκφώνησε μια σημαντική ομιλία για την “κατάσταση της Ένωσης” και τις μεταρρυθμίσεις που απαιτούνται στο ευρωπαϊκό θεσμικό πλαίσιο ώστε η Ευρωπαϊκή Ένωση να αντιμετωπίσει μια σειρά από μείζονες κινδύνους που απειλούν ακόμη και την ύπαρξή της. Η δημόσια συζήτηση τότε έφτασε και σε κεντρικό ευρωπαϊκό επίπεδο και τον Απρίλιο του 2017 διεξήχθη ειδικό Ευρωπαϊκό Συμβούλιο στο Σιμπίου της Ρουμανίας με θέμα ακριβώς τις θεσμικές μεταρρυθμίσεις στην ΕΕ. Το αποτέλεσμα όμως ήταν απογοητευτικό και ανέδειξε τις μεγάλες αντιθέσεις που υπάρχουν στις διάφορες ευρωπαϊκές χώρες για την πορεία που πρέπει να πάρει η Ευρώπη.
Αυτό το αδιέξοδο αποτελεί και μια σοβαρή πολιτική ήττα για τον Μακρόν, ο οποίος είχε εισβάλει στην ευρωπαϊκή πολιτική σκηνή ως ο νέος μεταρρυθμιστής που θα καταφέρει να οδηγήσει την Ευρώπη στην νέα εποχή. Τα μηδαμινά αποτελέσματα που έχει να επιδείξει ο Μακρόν στον τομέα αυτό αποτελούν μια βαριά σκιά πάνω στο πολιτικό του ανάστημα και πιθανόν να θεωρεί πως το ζήτημα της διεύρυνσης, το οποίο επιθυμεί διακαώς η Γερμανία, αποτελεί μια ευκαιρία για να εκβιάσει έναν συμβιβασμό στα δύσκολα ζητήματα της θεσμικής μεταρρύθμισης της Ένωσης.
Το άρθρο αυτό δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα 'Φιλελεύθερος' στις 21 Οκτωβρίου 2019